Σήμερα στην αρχή του 2014 η συγκυρία θυμίζει το 1991: μια κρίσιμη για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στροφή και μια περιφερειακή κρίση που την περιπλέκει. Τότε η κρίση στη Γιουγκοσλαβία που ξέσπασε λίγους μήνες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής στο Μάαστριχτ. Σήμερα μια βαριά τραυματισμένη Ευρωζώνη, με τον Νότο στα όρια αντοχής σε αναμονή των κινήσεων του Ντράγκι και του σοκ των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών βρίσκεται, πρώτον, μπροστά στο ενδεχόμενο εκτροπής πόρων για την ενίσχυση της Ουκρανίας και, δεύτερον, του συνολικού κόστους μιας ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης με τη Ρωσία.
Τότε οι 12 της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είδαν τη Γερμανία να εκβιάζει για την επίσπευση της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και δεν κατόρθωσαν να παρέμβουν σταθεροποιητικά σε μια σύγκρουση επί ευρωπαϊκού εδάφους, στην οποία καταλύτης τερματισμού υπήρξαν οι ΗΠΑ, στη Βοσνία το 1995 και στο Κόσοβο το 1999. Σήμερα με τη Βρετανία στο περιθώριο και τη Γαλλία υποταγμένη, η Γερμανία παρασύρεται και παρασύρει τους εταίρους της σε έναν παρεμβατισμό στην Ουκρανία, το πολιτικο-διπλωματικό αλλά και στρατιωτικό κόστος του οποίου δεν μπορεί να αναλάβει.
Δεκάδες δισ. ευρώ για μια αμφίβολη σταθεροποίηση της Ουκρανίας -μάλλον μόνο της Δυτικής- και ανυπολόγιστο κόστος αύξησης αμυντικών δαπανών, συν ανάκτηση από την Ουάσιγκτον του ρόλου του εγγυητή της Ευρωπαϊκής Ασφάλειας απέναντι στη Μόσχα που είχε σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, από το 1947 μέχρι και το 1991. Σε οριακή κατάσταση με υπαιτιότητα τις επιλογές της Γερμανίας τα τελευταία τέσσερα χρόνια η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα δοκιμασθεί δεινά από μια παλινδρόμηση της Γηραιάς Ηπείρου στον Ψυχρό Πόλεμο.
Μια διολίσθηση που δεν επιθυμεί ούτε το Βερολίνο ούτε η Μόσχα, αλλά καμιά πλευρά δεν θέλει να αναλάβει το κόστος της αναγκαίας αυτοσυγκράτησης και υποχωρήσεων. Μια ατμόσφαιρα αμοιβαίας καχυποψίας όπου η μια πλευρά ελπίζει να μπλοφάρει η άλλη. Εδώ σταματούν οι συσχετίσεις του 2014 με το 1991, καθώς τα παραπάνω παραπέμπουν ανησυχητικά στο 1914.