Η υποβάθμιση της Γαλλίας από την S&P δεν αποδεικνύει κάτι για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, υποστηρίζει ο Πολ Κρούγκμαν, λέγοντας ότι περισσότερο αντανακλά τις ιδεοληψίες των διεθνών οίκων αξιολόγησης.
Ο νομπελίστας οικονομολόγος επισημαίνει ότι σε σχέση με την Βρετανία που έχει υψηλότερη αξιολόγηση από την S&P η Γαλλία είχε με βάση τα στοιχεία του ΔΝΤ καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά τη μείωση του χρέους και την αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος.
Το χρέος της Γαλλίας προς το ΑΕΠ είναι μικρότερο από αυτό της Βρετανίας και το ΔΝΤ προβλέπει πως η διαφορά αυτή θα διευρυνθεί.
Την ίδια ώρα το γαλλικό κατά κεφαλήν εισόδημα έχει μειωθεί λιγότερο σε σχέση με το βρετανικό από τα υψηλά του 2007 και ως το 2018 προβλέπεται πως θα έχει σημειώσει μεγαλύτερη αύξηση.
"Οπότε γιατί υποβαθμίστηκε η Γαλλία ;" διερωτάται ο Π. Κρούγκμαν.
Σύμφωνα με την S&P, σημειώνει, επειδή δεν εφάρμοσε μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα ενισχύσουν την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα. Αλλά, όπως τονίζει, η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει βέβαιη γνώση σχετικά με το ποιες μεταρρυθμίσεις ενισχύουν την ανάπτυξη και σε ποιο βαθμό.
Οι αξιωματούχοι της Κομισιόν μιλούν με μεγάλη σιγουριά για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τα "υπέροχα πράγματα που επιτυγχάνουν", αλλά υπάρχουν πολύ λίγες ενδείξεις που υποστηρίζουν αυτήν την σιγουριά, επισημάνει.
Σύμφωνα με τον ίδιο κανείς δεν μπορεί να απαντήσει αν οι πολιτικές που εφαρμόζει ο Ολάντ θα οδηγήσουν σε μικρότερη ανάπτυξη από αυτές που προτείνει ο Όλι Ρεν.
Όταν η S&P διαμαρτύρεται για την έλλειψη μεταρρυθμίσεων στην ουσία διαμαρτύρεται για την απόφαση του Ολάντ να αυξήσει τους φόρους στους πλούσιους αντί να τους μειώσει, υποστηρίζει.
Οπότε όπως η λιτότητα δεν έχει σχέση με την δημοσιονομική υπευθυνότητα έτσι και η πίεση για “διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις” δεν έχει σχέση με την ανάπτυξη.
Και στις δύο περιπτώσεις αφορά την εξάρθρωση του κοινωνικού κράτους, υπογραμμίζει ο Π. Κρούγκμαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου