Η τετραμερής στη Ρώμη την περασμένη Παρασκευή έληξε με την καταγραφή των διαφωνιών, την απομόνωση του Βερολίνου απέναντι στο Παρίσι, τη Ρώμη και τη Μαδρίτη με μόνη έστω προσχηματική εξισορρόπηση το «φιλοδώρημα» των 130 δισ. που η Μέρκελ απεδέχθη να διατεθούν υπέρ της ανάπτυξης.
Με τα παραπάνω δεδομένα είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι η συνάντηση Μέρκελ-Ολάντ, μεθαύριο Τετάρτη, έχει εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα από ό,τι είχαν την τελευταία διετία οι συναντήσεις της καγκελαρίου με το Ν. Σαρκοζί:
Τότε επρόκειτο για μια κοινή θέση που καθόριζε το πλαίσιο και την Ατζέντα της Συνόδου Κορυφής, μια θέση προς την οποία οι υπόλοιποι εταίροι έπρεπε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να προσαρμοσθούν.
Σήμερα, με δεδομένες τις στρατηγικές διαφωνίες για το μέλλον της Ευρωζώνης πρόκειται για μια προσπάθεια περιορισμού ζημιών, ώστε με δεδομένες τις πενιχρές προσδοκίες από τη Σύνοδο Κορυφής στο τέλος της βδομάδας να μην εξαγριωθούν οι αγορές.
Μέρκελ και Ολάντ καλούνται να τετραγωνίσουν τον κύκλο: Με δεδομένο ότι όχι μόνον δεν πρόκειται να υπάρξει συνολική λύση εντός του Ιουνίου και να επακολουθήσει πολύμηνη σκληρή διαπραγμάτευση, καλούνται να εκπέμψουν ένα πειστικό μήνυμα ότι η καθυστέρηση δεν είναι διαπίστωση αδιεξόδου, αλλά ότι στο βάθος του ορίζοντα φαίνεται η λύση.
Μετά την εκλογή του Ολάντ η γαλλική θέση για την επαναδιαπραγμάτευση ήταν η αποδοχή του Δημοσιονομικού Συμφώνου με την παράλληλη επεξεργασία Συμφώνου Ανάπτυξης, τον κοινό δανεισμό μέσω ευρω-ομολόγων και την ανεμπόδιστη παρέμβαση της ΕΚΤ για τη στήριξη των χωρών που πιέζονται.
Το Βερολίνο απάντησε με τη φόρμουλα της Οικονομικής Διακυβέρνησης-Πολιτικής Ένωσης χωρίς να διευκρινίζει αν θα πρόκειται για μια ακόμη παράλληλη διαπραγμάτευση ή για προϋπόθεση, μετά την υλοποίηση της οποίας θα μπορεί να συζητηθεί το Σύμφωνο για την Ανάπτυξη του Ολάντ
Η κατάσταση πλέον είναι εξαιρετικά περίπλοκη, καθώς Γαλλία και Γερμανία ζητούν η μια από την άλλη να αρνηθεί τον εαυτό της: Το Παρίσι ζητά από την άλλη πλευρά να εγκαταλείψει τους κανόνες άκαμπτης δημοσιονομικής και νομισματικής ευταξίας που διαμόρφωσαν Αντενάουερ-Ερχαρτ για το Δυτικογερμανικό Μάρκο μετά το 1949 και επέβαλε ο Κολ σε ευρωπαϊκό επίπεδο με τη συμφωνία του Μάαστριχτ το 1991, ενώ το Βερολίνο ζητά από τη γαλλική πλευρά να θυσιάσει την εθνική κυριαρχία, την κόκκινη δηλαδή γραμμή της γαλλικής ευρωπαϊκής στρατηγικής από το 1950 και μετά, από την οποία προκύπτει η προσέγγιση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ως ενισχυμένης διακυβερνητικής συνεργασίας.
Αν φέρουμε στη μνήμη την απόρριψη από την Γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1954 της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας που καθιέρωνε υπερεθνική κοινή αμυντική δομή για τη Δυτική Ευρώπη και άνοιγε το δρόμο για Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία αλλά και την απόρριψη στο Δημοψήφισμα του 2005 της Συνταγματικής Συνθήκης, και ταυτόχρονα θυμηθούμε την άκαμπτη θέση της Γερμανίας στο Μάαστριχτ που απαίτησε και πέτυχε ένα κοινό νόμισμα στις προδιαγραφές του μάρκου, τότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι η διαπραγμάτευση θα είναι μακρά και απρόβλεπτης κατάληξης.
Με αυτά τα δεδομένα συνολική λύση δεν φαίνεται ούτε στον ορίζοντα του Φθινοπώρου και εύλογα προκύπτει το ερώτημα πώς θα αποτραπεί η κατάρρευση της Ισπανίας και της Ιταλίας αλλά και ο κλυδωνισμός της Γαλλίας.
Η δραματική έκκληση της επικεφαλής του ΔΝΤ Λαγκάρντ που ξαναβρήκε τους αντιγερμανικούς τόνους που είχε μέχρι την Άνοιξη του 2010 ως υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, πιστοποιεί το μέγεθος της κρίσης στην Ευρωζώνη.
Πειστικό μήνυμα
Με δεδομένο ότι όχι μόνον δεν πρόκειται να υπάρξει συνολική λύση εντός του Ιουνίου και να επακολουθήσει πολύμηνη σκληρή διαπραγμάτευση καλούνται να εκπέμψουν ένα πειστικό μήνυμα ότι η καθυστέρηση δεν είναι διαπίστωση αδιεξόδου, αλλά ότι στο βάθος του ορίζοντα φαίνεται η λύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου