Αν δεν υπήρχε η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα μόνο για ένα έτος, τότε δεν θα χρειαζόταν η λήψη μέτρων 11,6 δισ. ευρώ για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της επόμενης διετίας! Το μελαγχολικό αυτό συμπέρασμα προκύπτει από πρόσφατη επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου του Σικάγου, η οποία συνέκρινε τα δηλωθέντα εισοδήματα ελευθέρων επαγγελματιών και τις δόσεις αποπληρωμής των δανείων τους. Η μελέτη, η οποία εκπονήθηκε από τρεις καθηγητές, δύο εκ των οποίων Ελληνες, κατέληξε στα εξής εντυπωσιακά συμπεράσματα:
Πρώτον, δανειολήπτες με μηνιαία εισοδήματα μικρότερα από τη μηνιαία δόση των δανείων και των καρτών εξυπηρετούσαν κανονικά τις τραπεζικές υποχρεώσεις.
Δεύτερον, οι τράπεζες χορηγούσαν δάνεια όχι με βάση το δηλωθέν εισόδημα, αλλά με αυτό που πίστευαν ότι θα είχε στην πραγματικότητα ο ελεύθερος επαγγελματίας.
Τρίτον, τα πραγματικά εισοδήματα των ελεύθερων επαγγελματιών υπολογίζονταν 1,92 φορές υψηλότερα -κατά μέσο όρο- σε σχέση με αυτά που δηλώνονταν.
Τέταρτον, η μεγαλύτερη φοροδιαφυγή παρατηρείται στους κλάδους των ιατρών, των μηχανικών, των εκπαιδευτικών, των χρηματοοικονομικών συμβούλων, των λογιστών και των δικηγόρων.
Οι τρεις καθηγητές, Νικόλαος Αρταβάνις (Virginia Polytecnic Institute), Ανταϊρ Μορς (Παν. Σικάγου) και Μαργαρίτα Τσούτσουρα (Παν. Σικάγου), υπολόγισαν ότι η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα ήταν το 2009 τουλάχιστον 28 δισ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις βασίζονται στην υπόθεση ότι οι μισθωτοί δεν φοροδιαφεύγουν.
Τα εισοδήματα αυτά αν είχαν φορολογηθεί θα απέφεραν φορολογικά έσοδα τουλάχιστον 11,2 δισ. Το ποσό αυτό θα μείωνε το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2009 κατά 31% ή κατά 48% το αντίστοιχο έλλειμμα του 2008. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν παλαιότερες ακαδημαϊκές μελέτες και διεθνών οργανισμών (Παγκόσμια Τράπεζα κ.λπ.).
Από τους υπολογισμούς προκύπτει το συμπέρασμα ότι η φοροδιαφυγή, καθώς είναι ένα μέγεθος το οποίο «παράγεται» κάθε χρόνο, αποτέλεσε μία βασική -αν όχι τη βασικότερη- αιτία στέρησης εσόδων από το κράτος και, κατά συνέπεια, στέρησης του ρυθμού ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας.
Οπως έχει αναφερθεί και σε άλλες μελέτες από διεθνείς οργανισμούς και πανεπιστήμια, η στέρηση φορολογικών εσόδων λόγω εκτεταμένης και παρατεταμένης φοροδιαφυγής αναγκάζει το κράτος στην επιβολή υψηλότερων φορολογικών συντελεστών και κοινωνικών - ασφαλιστικών εισφορών, επιβαρύνοντας μεταξύ άλλων το συνολικό κόστος εργασίας. Αυτή είναι ίσως η πιο εμφανής διάσταση για το πώς επηρεάζει η φοροδιαφυγή τα δημοσιονομικά μεγέθη, την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα. Διότι η φοροδιαφυγή τρέφει και τρέφεται με τη διαφθορά και τη γραφειοκρατία, ενώ βρίσκει κατάλληλο έδαφος όπου υπάρχουν «κλειστές αγορές». Η μελέτη εξετάζει ακόμα τις αιτίες που επιτρέπουν τη διατήρηση του φαινομένου και τα κύρια συμπεράσματα είναι :
α) Σε κλάδους που η χρήση παραστατικών δεν είναι συνήθης, η φοροδιαφυγή είναι πιο εύκολη και υψηλότερη.
β) Το πολιτικό σύστημα εμφανίζεται να μη διαθέτει την πολιτική βούληση να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, λόγω προσωπικών κινήτρων που σχετίζονται με τα επαγγέλματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο και τις ισχυρές επαγγελματικές τους ενώσεις.
ΟΙ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ !
Σε Κρήτη, Αττική, Πελοπόννησο και αρκετούς τουριστικούς προορισμούς η φοροδιαφυγή χτυπάει «κόκκινο», σύμφωνα με την έρευνα του Πανεπιστημίου του Σικάγου, ενώ σε ακόμα μία μελέτη προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι γιατροί, οι μηχανικοί και οι δικηγόροι είναι οι επαγγελματικές ομάδες που αποκρύπτουν από την εφορία τα μεγαλύτερα ποσά εισοδήματος.
Οι ερευνητές έχουν διαλέξει έναν πρωτότυπο τρόπο για να εντοπίσουν ποιες περιοχές αναδεικνύονται πρωταθλητές στη φοροδιαφυγή. Εχουν χρησιμοποιήσει τον ταχυδρομικό κώδικα και έχουν προχωρήσει σε κατηγοριοποίηση των δηλωθέντων και μη στοιχείων ανά περιοχή. Στο σύνολο της χώρας έχουν υπολογίσει ότι κατά μέσον όρο το εισόδημα που διαφεύγει τη φορολόγηση διαμορφώνεται στο 11,9%. Μάλιστα, φαίνεται ότι είναι «καλά διαβασμένοι» οι συντάκτες της έρευνας, αφού γνωρίζουν και παραθέτουν στη μελέτη τους ως στοιχείο μία παλαιά είδηση που ανέφερε πως η Λάρισα είναι η περιοχή (αναλογικά με τον πληθυσμό της) με τις περισσότερα Pοrsche Cayenne στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης, το ποσοστό του εισοδήματος που μπορεί να φοροδιαφύγει σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας ανέρχεται έως και το 68%. Ειδικότερα, οι περιοχές με το μεγαλύτερο ποσοστό φοροδιαφυγής είναι:
1. Η Κρήτη. Στους περισσότερους ταχυδρομικούς κώδικες η φοροδιαφυγή κινείται σε επίπεδα άνω του 44%. Δηλαδή, σχεδόν το μισό εισόδημα δεν φορολογείται. Δεν είναι τυχαίο ότι και στους ελέγχους του ΣΔΟΕ που έγιναν τον τελευταίο μήνα σε τουριστικούς προορισμούς, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και τα Χανιά ήταν μέσα στην πρώτη πεντάδα με το υψηλότερο ποσοστό παραβατικότητας.
2. Η Αττική. Η Αθήνα και η νότια Αττική βρίσκονται στο «κόκκινο», γεγονός το οποίο δείχνει ότι η φοροδιαφυγή είναι εξίσου δύσκολο να περιοριστεί στα αστικά κέντρα με τον βαθμό δυσκολίας στις τουριστικές περιοχές.
3. Η Πελοπόννησος. Σχεδόν ολόκληρη η περιφέρεια κινείται σε ποσοστά φοροδιαφυγής άνω του 30%.
Σε ό,τι αφορά τους επαγγελματικούς κλάδους που φοροδιαφεύγουν, είναι ξεκάθαρο από τη μελέτη ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες είναι εκείνοι που καταφέρνουν να φορολογηθούν για μικρότερο εισόδημα από αυτό που κερδίζουν μέσα στη χρονιά. Πρωταθλητές στη φοροδιαφυγή είναι οι γιατροί, και συγκεκριμένα:
- Κάθε γιατρός υπολογίζεται ότι αποκρύπτει ετησίως εισόδημα της τάξης των 29.343 ευρώ.
- Στους μηχανικούς, το αντίστοιχο ποσό ανέρχεται στα 28.625 ευρώ.
- Τρίτοι έρχονται οι εκπαιδευτικοί, με το εισόδημα που κρύβουν να διαμορφώνεται στα 24.742 ευρώ.
- Οι λογιστές –που φαίνεται πως γνωρίζουν τα «παραθυράκια» της φορολογικής νομοθεσίας– καταφέρνουν να αποκρύψουν 24.573 ευρώ ο καθένας κατά μέσον όρο.
- Οι δικηγόροι ακολουθούν με το μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν ποσό φοροδιαφυγής να ανέρχεται στα 24.032 ευρώ.
Από όλα τα παραπάνω στοιχεία, γίνεται αντιληπτό γιατί η τρόικα πλέον ζητάει από την Ελλάδα να βρει τους τρόπους που θα περιορίσουν δραστικά το φαινόμενο της φοροδιαφυγής και γιατί στελέχη από την Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) κάνουν λόγο για μη ουσιαστική συμβολή όσων έχουν υψηλά εισοδήματα στην προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος. Αυτήν τη στιγμή, η κυβέρνηση έχει μία ευκαιρία να αντιμετωπίσει όλα αυτά τα θέματα με την κατάρτιση του νέου φορολογικού νομοσχεδίου.
Το υπουργείο Οικονομικών έχει προαναγγείλει ότι θέλει να αξιοποιήσει το περιουσιολόγιο (όταν αυτό θα είναι έτοιμο), για να μπορέσει να προχωρήσει σε διασταυρώσεις στοιχείων και να εντοπίσει τους παραβάτες. Ωστόσο, προκαλεί αίσθηση πώς μία ομάδα ερευνητών κατόρθωσε να καταλήξει στα παραπάνω συμπεράσματα από στοιχεία που έχουν οι τράπεζες και το ελληνικό κράτος δεν έχει καταφέρει, τόσα χρόνια, να βρει λύσεις στο πρόβλημα της φοροδιαφυγής.
Στις εποχές των παχειών αγελάδων, συχνά η Τράπεζα της Ελλάδος προειδοποιούσε τα πιστωτικά ιδρύματα να μη χορηγούν δάνεια πάνω από το 80% των εγγυήσεων (π.χ. στην περίπτωση στεγαστικών) και η μηνιαία δόση να μην ξεπερνά το 30 - 40% του μηνιαίου εισοδήματος του δανειολήπτη. Μολονότι έβλεπε ότι αυτός ο κανόνας δεν τηρούνταν, εντούτοις διαπίστωνε ότι οι επισφάλειες διατηρούνταν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, χωρίς όμως να δίνει κανείς τότε σημασία. Ο,τι λοιπόν δεν έκαναν αρμόδιες αρχές και κυβερνήσεις για την πάταξη της φοροδιαφυγής, το έκαναν τρεις καθηγητές: συγκέντρωσαν στοιχεία από τις τράπεζες και έκαναν συγκρίσεις. Η ακαδημαϊκή έρευνα χρησιμοποιεί μία καινοτόμο μέθοδο για την εκτίμηση του μεγέθους της φοροδιαφυγής και της κατανομής της στους διαφορετικούς επαγγελματικούς κλάδους.
«Αξιοποιώντας τραπεζικά δεδομένα σχετικά με τον δανεισμό των νοικοκυριών, εκτιμούμε τη διαφεύγουσα φορολογητέα ύλη εισοδήματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες», σημειώνουν στην ιστοσελίδα greekeconomistsforreform.com» και προσθέτουν: «Η εκτίμησή μας αυτή βασίζεται σε μία νέα προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία σε χώρες όπως η Ελλάδα, στις οποίες έχει διαμορφωθεί ένα περιβάλλον όπου οι οικονομικές μονάδες (άτομα και επιχειρήσεις) ενεργούν μεν μέσα στο πλαίσιο της επίσημης οικονομίας, αλλά ταυτόχρονα αποκρύπτουν, μερικώς, εισοδήματα από τις φορολογικές αρχές, ο ιδιωτικός τομέας και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για να παραμείνουν ανταγωνιστικά προσαρμόζονται σε αυτό το περιβάλλον. Αυτό το περιβάλλον χαρακτηρίζεται “μερικώς τυπικό” (semi-formal). Οι τράπεζες προσαρμόζονται προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές, χορηγώντας δάνεια βάσει των εκτιμήσεών τους για τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών και όχι βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων τους. Ως απόδειξη της εν λόγω προσαρμογής, σημειώνουμε ότι ο αυτοαπασχολούμενος στην Ελλάδα εμφανίζεται να δαπανά το 82% των δηλωθέντων εισοδημάτων του στην εξυπηρέτηση χρεών (σε ορισμένους κλάδους π.χ. χρηματοπιστωτικών, ιατρικών και νομικών υπηρεσιών, το ποσοστό αυτό υπερβαίνει το 100%). Είναι εύληπτο ότι η πιθανότητα να πηγαίνουν 82 λεπτά από κάθε ευρώ του μισθού στην εξυπηρέτηση χρεών είναι πρακτικά ανέφικτη. Συνεπώς, οι τράπεζες προσαρμόζουν τις αποφάσεις τους, αναφορικά με τη χορήγηση πιστώσεων, συνεκτιμώντας ότι το πραγματικό εισόδημα είναι υψηλότερο του δηλωθέντος».
Οι καθηγητές - ερευνητές χρησιμοποίησαν μια πλούσια βάση δεδομένων σχετικά με τις αιτήσεις καταναλωτικής πίστης η οποία περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που συνεκτιμούνται από την τράπεζα στα μοντέλα αξιολόγησης της πιστοληπτικής της ικανότητας των πελατών. «Συνδυάζουμε τα δεδομένα αυτά με τα στοιχεία από τις ελληνικές φορολογικές αρχές που αφορούν το εισόδημα και την κατανομή του πλούτου ανά ταχυδρομικό κώδικα. Με βάση τις αποφάσεις που αφορούν την πιστοληπτική ικανότητα των ατόμων που υποβάλλουν αίτηση για μακροπρόθεσμα δάνεια, πιστωτικές κάρτες, αναχρηματοδοτήσεις και στεγαστικά δάνεια, εκτιμούμε ποιο θα πρέπει να είναι το ύψος του πραγματικού εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων για να μπορεί να υποστηρίξει το επίπεδο των χορηγούμενων πιστώσεων. Το βασικό μας αποτέλεσμα αφορά ένα σύνολο πολλαπλασιαστών εισοδήματος για κάθε επαγγελματικό κλάδο, που αποτελεί τον λόγο πραγματικού προς δηλωθέν εισόδημα». Ετσι, για παράδειγμα, μπορεί να εντοπιστεί μία πιστωτική κάρτα με όριο και χρέη 35.000 ευρώ όταν τα δηλωθέντα εισοδήματα δεν ξεπερνούσαν τα 10.000 με 15.000 ευρώ τον χρόνο.
1 σχόλιο:
Για το πόσο άσχετοι μπορεί να είναι μερικοί τι μας λέει το πανεπιστήμιο του σικάγου (sic) ;
Δημοσίευση σχολίου