Αν παρακολουθήσει κανείς την πορεία των τσολιάδων για την αλλαγή φρουράς απο το στρατόπεδο τους της οδού Ηρώδου του Αττικού προς το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, θα καταλάβει οτι στην Ελλάδα το μικροσυμφέρον είναι ανώτερο όλων, ακόμη και της εθνικής υπερηφάνειας.
Οι τσολιάδες ξεκινούν με το αγέρωχο και τελετουργικό βήμα τους, ανεβαίνουν την Ηρώδου του Αττικού και στρίβουν αριστερά στην Βασιλίσσης Σοφίας. Όσοι βρίσκονται στο πεζοδρόμιο παραμερίζουν για να περάσουν οι τσολιάδες οι οποίοι βαδίζουν αμίλητοι, υπερήφανοι, σηκώνοντας ψηλά το πόδι σε κάθε βήμα και βροντώντας το τσαρούχι, πάνω στην ειδικά βαμένη γραμμή προτεραιότητας που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο και τους οδηγεί στο Μνημείο μπροστά στη Βουλή. Η διαδρομή αυτή δεν διακόπτεται απο τίποτα, μέχρις ότου φτάσουν μπροστά στο περίπτερο που βρίσκεται επι της Βασιλίσσης Σοφίας, στο πλάι της Βουλής. Εκεί όλα αλλάζουν. Οι τσολιάδες αλλάζουν το βήμα και περπατάνε κανονικά, εγκαταλείπουν τον διάδρομο τους, κολλάνε στη μάντρα της Βουλής και σκύβουν το κεφάλι για να μη χτυπήσουν στα τσολιαδάκια που κρέμονται απο την τέντα του περιπτέρου. Μόλις παρακάμψουν το περίπτερο επανέρχονται στο διάδρομο τους και στο υπερήφανο βήμα τους μέχρις ότου φτάσουν στο Μνημείο. Η σκηνή αυτή είναι αντιπροσωπευτική για το πώς το μικροσυμφέρον – στην συγκεκριμένη περίπτωση του περιπτερά – υπερέχει του εθνικού συμβόλου με την υποστήριξη ασφαλώς του πολιτικού κόσμου που αγοράζει τα τσιγάρα του απο το συγκεκριμένο περίπτερο.
Η ελληνική κοινωνία είναι ένα άθροισμα μικροσυμφερόντων τα οποία δημιούργησαν, υπερασπίστηκαν και ενδυνάμωσαν οι ανεύθυνοι έλληνες πολιτικοί και οι πελαετειακές σχέσεις. Σήμερα, όλα αυτά τα μικροσυμφέροντα μαζί ενώνονται για να αντιμετωπίσουν τις επιβεβλημένες απο το εξωτερικό μεταρρυθμίσεις οι οποίες υποτίθεται οτι τα πλήττουν. Τι ακριβώς πλήττουν όμως οι μεταρρυθμίσεις αυτές;
Όπως είναι αυτονόητο οτι το συγκεκριμένο περίπτερο θα έπρεπε να μετακινηθεί ή τουλάχιστον να βγάλει την τέντα που βρίσκεται πάνω στο διάδρομο των τσολιάδων ώστε να μην εμποδίζει το δρόμο τους και να μη τους γελοιποιεί, έτσι είναι αυτονόητο οτι όλα τα προνομιακά καθεστώτα θα πρέπει να καταργηθούν για να υπάρχει η δυνατότητα στους Έλληνες να κάνουν ελεύθερα τη δουλειά που θέλουν, χωρίς περιορισμούς που χαριστικά έχουν μπεί στους νόμους για να εξυπηρετήσουν μεγάλες επαγγελματικές ομάδες ψηφοφόρων. Αυτό έπρεπε να έχει γίνει κοινή πεποίθηση και κοινή απαίτηση. Όμως δεν έγινε και δεν θα γίνει. Και υπάρχουν πολλές αιτίες για αυτό.
Οι τσολιάδες ξεκινούν με το αγέρωχο και τελετουργικό βήμα τους, ανεβαίνουν την Ηρώδου του Αττικού και στρίβουν αριστερά στην Βασιλίσσης Σοφίας. Όσοι βρίσκονται στο πεζοδρόμιο παραμερίζουν για να περάσουν οι τσολιάδες οι οποίοι βαδίζουν αμίλητοι, υπερήφανοι, σηκώνοντας ψηλά το πόδι σε κάθε βήμα και βροντώντας το τσαρούχι, πάνω στην ειδικά βαμένη γραμμή προτεραιότητας που βρίσκεται στο πεζοδρόμιο και τους οδηγεί στο Μνημείο μπροστά στη Βουλή. Η διαδρομή αυτή δεν διακόπτεται απο τίποτα, μέχρις ότου φτάσουν μπροστά στο περίπτερο που βρίσκεται επι της Βασιλίσσης Σοφίας, στο πλάι της Βουλής. Εκεί όλα αλλάζουν. Οι τσολιάδες αλλάζουν το βήμα και περπατάνε κανονικά, εγκαταλείπουν τον διάδρομο τους, κολλάνε στη μάντρα της Βουλής και σκύβουν το κεφάλι για να μη χτυπήσουν στα τσολιαδάκια που κρέμονται απο την τέντα του περιπτέρου. Μόλις παρακάμψουν το περίπτερο επανέρχονται στο διάδρομο τους και στο υπερήφανο βήμα τους μέχρις ότου φτάσουν στο Μνημείο. Η σκηνή αυτή είναι αντιπροσωπευτική για το πώς το μικροσυμφέρον – στην συγκεκριμένη περίπτωση του περιπτερά – υπερέχει του εθνικού συμβόλου με την υποστήριξη ασφαλώς του πολιτικού κόσμου που αγοράζει τα τσιγάρα του απο το συγκεκριμένο περίπτερο.
Η ελληνική κοινωνία είναι ένα άθροισμα μικροσυμφερόντων τα οποία δημιούργησαν, υπερασπίστηκαν και ενδυνάμωσαν οι ανεύθυνοι έλληνες πολιτικοί και οι πελαετειακές σχέσεις. Σήμερα, όλα αυτά τα μικροσυμφέροντα μαζί ενώνονται για να αντιμετωπίσουν τις επιβεβλημένες απο το εξωτερικό μεταρρυθμίσεις οι οποίες υποτίθεται οτι τα πλήττουν. Τι ακριβώς πλήττουν όμως οι μεταρρυθμίσεις αυτές;
Όπως είναι αυτονόητο οτι το συγκεκριμένο περίπτερο θα έπρεπε να μετακινηθεί ή τουλάχιστον να βγάλει την τέντα που βρίσκεται πάνω στο διάδρομο των τσολιάδων ώστε να μην εμποδίζει το δρόμο τους και να μη τους γελοιποιεί, έτσι είναι αυτονόητο οτι όλα τα προνομιακά καθεστώτα θα πρέπει να καταργηθούν για να υπάρχει η δυνατότητα στους Έλληνες να κάνουν ελεύθερα τη δουλειά που θέλουν, χωρίς περιορισμούς που χαριστικά έχουν μπεί στους νόμους για να εξυπηρετήσουν μεγάλες επαγγελματικές ομάδες ψηφοφόρων. Αυτό έπρεπε να έχει γίνει κοινή πεποίθηση και κοινή απαίτηση. Όμως δεν έγινε και δεν θα γίνει. Και υπάρχουν πολλές αιτίες για αυτό.
Καταρχήν οι πολιτικοί ενώ καταργούν τα συμφέροντα όλων, προστατεύουν τα δικά τους. Τα προνόμια των βουλευτών και των υπαλλήλων της Βουλής είναι στο απυρόβλητο, οι αμοιβές τους παραμένουν υπερβολικές, οι δωρεάν παροχές που απολαμβάνουν το ίδιο, το συνταξιοδοτικό τους το ίδιο, (παίρνουν πλήρη σύνταξη σε μια ολόκληρη τετραετία ή αν εκλεγούν δυο φορές βουλευτές) διαθέτουν δωρεάν αυτοκίνητα, υπαλλήλους, γραφεία, οδοιπορικά, ατέλειες και πλήθος άλλων προνομίων.
Δεύτερον διότι οι πολίτες δεν σέβονται το κράτος και τους νόμους. Καθώς οι νόμοι ισχύουν επιλεκτικά και δεν εφαρμόζονται επι των ισχυρών της κοινωνίας, της πολιτικής και του χρήματος, οι πολίτες τους αγνοούν. Δεν σέβονται ούτε τον νόμο, ούτε τους φορείς επιβολής του. Και δεν έχουν άδικο αφού νόμος που δεν ισχύει για όλους είναι άδικος. Δεν είναι τυχαίο το βασικό επιχείρημα με το οποίο το ιδιαίτερα επικίνδυνο κίνημα του «δεν πληρώνω» προπαγανδίζει την ιδεολογία του: Λένε οτι δεν είναι αυτοί οι τζαμπατζήδες, αλλά οι πολιτικοί που έχουν ατέλειες παντού.
Τρίτον, οι πολίτες αντιδρούν στην υπερβολική και χωρίς εξήγηση επιβάρρυνση που υφίστανται μέσω των φόρων και των πάσης φύσεως υποχρεωτικών πληρωμών (πχ διόδια) για τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος και που είναι χαμηλοτάτου επιπέδου. Για να καλύψουν το κόστος των δικών τους προνομίων, της σπάταλης δημόσιας διοίκησης και των πελατειακών σχέσεων που εξυπηρετούν οι πολιτικοί επι δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει εναν προυπολογισμό που «δεν βγαίνει». Προκειμένου να περιορίσουν το έλλειμμα επιβαρρύνουν με κάθε τρόπο τους πολίτες. Με αυξήσεις φόρων, με αυξήσεις ΦΠΑ που οδηγούν σε υπερβολικές τιμές προιόντα και υπηρεσίες, με αυξήσεις εισητηρίων, διοδίων, τιμής ρεύματος και νερού, με αυξήσεις στα τέλη κυκλοφορίας και στους φόρους στα καύσιμα, με φορολόγηση της περιουσίας και των ακινήτων. Πάνω σε αυτά μπαίνουν και τα «γρηγορόσημα» που είναι τα λαδώματα της δημόσιας διοίκησης, τα πρόστιμα, τα κόστη αδείας κλπ. Όλες αυτές οι επιβαρρύνσεις καθιστούν αδύνατη την παραγωγή ενός ικανοποιητικού εισοδήματος απο τους νομοταγείς πολίτες και έτσι πολλοί αναγκάζονται να λειτουργήσουν «πειρατικά» για να επιβιώσουν.
Τέταρτον, οι πολίτες γνωρίζουν οτι αν αντιδράσουν μαζικά – έστω και παράλογα- θα βρούν υποστήριξη απο την εκάστοτε αντιπολίτευση η οποία απλώς κραυγάζει κατά των κυβερνητικών αποφάσεων όποιες και αν είναι αυτές και προκειμένου να ψαρέψει ψήφους υποστηρίζει το δίκαιο και το άδικο όλων των διαμαρτυρομένων.
Έτσι βρισκόμαστε σήμερα σε μια μη διαχειρίσιμη κατάσταση που το μικροσυμφέρον υπερέχει των πάντων, συνασπίζεται και είναι πανίσχυρο. Το «ούκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» έχει γίνει «ουκ αν λάβεις παρά του μη δίδοντος» και όλες ταυτόχρονα οι προνομιούχες επαγγελματικές ομάδες απεργούν για να προασπίσουν τα «κεκτημένα» δηλαδή αυτά τα πήραν ώς αντάλλαγμα όταν πούλαγαν την ψήφο τους στον έναν ή στον άλλον επι δεκαετίες.
Δεύτερον διότι οι πολίτες δεν σέβονται το κράτος και τους νόμους. Καθώς οι νόμοι ισχύουν επιλεκτικά και δεν εφαρμόζονται επι των ισχυρών της κοινωνίας, της πολιτικής και του χρήματος, οι πολίτες τους αγνοούν. Δεν σέβονται ούτε τον νόμο, ούτε τους φορείς επιβολής του. Και δεν έχουν άδικο αφού νόμος που δεν ισχύει για όλους είναι άδικος. Δεν είναι τυχαίο το βασικό επιχείρημα με το οποίο το ιδιαίτερα επικίνδυνο κίνημα του «δεν πληρώνω» προπαγανδίζει την ιδεολογία του: Λένε οτι δεν είναι αυτοί οι τζαμπατζήδες, αλλά οι πολιτικοί που έχουν ατέλειες παντού.
Τρίτον, οι πολίτες αντιδρούν στην υπερβολική και χωρίς εξήγηση επιβάρρυνση που υφίστανται μέσω των φόρων και των πάσης φύσεως υποχρεωτικών πληρωμών (πχ διόδια) για τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος και που είναι χαμηλοτάτου επιπέδου. Για να καλύψουν το κόστος των δικών τους προνομίων, της σπάταλης δημόσιας διοίκησης και των πελατειακών σχέσεων που εξυπηρετούν οι πολιτικοί επι δεκαετίες, έχουν δημιουργήσει εναν προυπολογισμό που «δεν βγαίνει». Προκειμένου να περιορίσουν το έλλειμμα επιβαρρύνουν με κάθε τρόπο τους πολίτες. Με αυξήσεις φόρων, με αυξήσεις ΦΠΑ που οδηγούν σε υπερβολικές τιμές προιόντα και υπηρεσίες, με αυξήσεις εισητηρίων, διοδίων, τιμής ρεύματος και νερού, με αυξήσεις στα τέλη κυκλοφορίας και στους φόρους στα καύσιμα, με φορολόγηση της περιουσίας και των ακινήτων. Πάνω σε αυτά μπαίνουν και τα «γρηγορόσημα» που είναι τα λαδώματα της δημόσιας διοίκησης, τα πρόστιμα, τα κόστη αδείας κλπ. Όλες αυτές οι επιβαρρύνσεις καθιστούν αδύνατη την παραγωγή ενός ικανοποιητικού εισοδήματος απο τους νομοταγείς πολίτες και έτσι πολλοί αναγκάζονται να λειτουργήσουν «πειρατικά» για να επιβιώσουν.
Τέταρτον, οι πολίτες γνωρίζουν οτι αν αντιδράσουν μαζικά – έστω και παράλογα- θα βρούν υποστήριξη απο την εκάστοτε αντιπολίτευση η οποία απλώς κραυγάζει κατά των κυβερνητικών αποφάσεων όποιες και αν είναι αυτές και προκειμένου να ψαρέψει ψήφους υποστηρίζει το δίκαιο και το άδικο όλων των διαμαρτυρομένων.
Έτσι βρισκόμαστε σήμερα σε μια μη διαχειρίσιμη κατάσταση που το μικροσυμφέρον υπερέχει των πάντων, συνασπίζεται και είναι πανίσχυρο. Το «ούκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» έχει γίνει «ουκ αν λάβεις παρά του μη δίδοντος» και όλες ταυτόχρονα οι προνομιούχες επαγγελματικές ομάδες απεργούν για να προασπίσουν τα «κεκτημένα» δηλαδή αυτά τα πήραν ώς αντάλλαγμα όταν πούλαγαν την ψήφο τους στον έναν ή στον άλλον επι δεκαετίες.
Του Γρηγόρη Νικολόπουλου από το REPORTER.GR
2 σχόλια:
Δυστυχώς, αγαπητέ μου κύριε, όταν γινόντουσαν οι δολοπλοκίες των συμφερόντων και των κομμάτων, όταντα ευρωπαϊκά κονδύλια κατασπαταλιόντουσαν από τον Ανδρέα Παπανδρέου για να δημιουργήσουν ένα κομματικό κράτος αλλά και ελάχιστα από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, όταν οι Παγκαλοκράτες διόριζαν δημιουργώντας ένα κομματικό στρατό δημοσίων, ο λαλήσας σιωπούσε. Διαψεύστε με και επανέρχομαι. Βλέπετε, η Ιστορία καταγράφει τους αγώνες του καθενός και ουαί στους ανιστόρητους αλλά και στις πολιτικές σουπιές με τα μελάνια τους.
Fedra
"Απο την πολη ερχομαι και στην κορυφη κανελλα....."
Ιστορικα εισαι ανημερωτη.
Δεν γραφεις τιποτα για την ταμπακερα και ξεχνας ποιοι ειχαν τη δυνατοτητα να περνουν αδειες περιπτερου....μεταξυ αυτων ισως και ο πατερα σου. Καλημερα σας.
Δημοσίευση σχολίου