Η εορτή του Πάσχα συνιστά, αδιαμφισβήτητα το κορυφαίο και κεντρικό γεγονός της ανατολικής, ορθόδοξης θρησκείας. Η μοναδικότητά του έγκειται στο ό,τι τούτη την περίοδο βιώνεται το ανθρώπινο πένθος, αλλά και η προοπτική της συνέχειας της ζωής, σε ένα επίπεδο διαφορετικό και υπερβατικότερο του επίγειου βίου.
Η καταννόηση της απώλειας, η ακόμα βαθύτερη εκτίμηση της παροδικότητας με την οποία συνδέεται η ανθρώπινη ύπαρξη, η προοπτική της ελπίδας και η επιβεβαίωσή της μες στο χριστιανικό κήρυγμα αποτελούν τις κομβικές αρχές της πασχαλινής εορτής.
Παρά το γεγονός πως η γιορτή συνδέεται στενά με τα εβραϊκά έθιμα, εντούτοις το ανατολικό, ορθόδοξο δόγμα ενέταξε στους κόλπους του τον εορτασμό του, επικεντρωμένο πάντα στο θεϊκό δράμα, αλλά και την ανθρώπινη λύτρωση. Η τραχύτητα του θανάτου, η μονιμότητα της απουσίας από τα εγκόσμια δεν μπορούν παρά να κλονίσουν καθολικά την ύπαρξη. Σε τούτο, όμως το σημείο, έρχεται το αναστάσιμο μήνυμα, με την ανεπανάληπτη κατάφασή του, για να διαψεύσει τη συγκλονιστική συνειδητοποίηση του μέλλοντος.
Το κεντρικό αυτό απόσταγμα, διατρέχει το νου, εισάγεται ως βεβαιότητα στην ψυχή για να ανακουφίσει τελικά την ψυχή του συντετριμμένου, ανθρώπινου πλάσματος. Τέτοια είναι η ζεστασιά και η ανακούφιση, ώστε ακόμα και για τους πλέον δύσπιστους τούτη η περίοδος στέκει ως μια αφετηρία, ως ένα ακλόνητο κίνητρο για να τεθεί εις εαυτόν το ζήτημα της ζωής, ως αιτία και σκοπός.
Τα διαχρονικά ερωτήματα ωχριούν, η φιλοσοφία της ελπίδας, άλλοτε θηριωδία, στις συνεχείς απογοητεύσεις και τις ανεπανάληπτες, προσωπικές μας «ήττες», στέκει πανίσχυρη, ρεαλιστική, απρόσιτη, όμως την ίδια ώρα παρούσα εμπρός στα μάτια μας. Για την ανυπέρβλητη, και μόνο, αυτή πνευματική, πρώτιστα προσφορά του χριστιανισμού στην ύπαρξη, το Πάσχα δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στη συνείδησή μας ως μία και αποκλειστική υπενθύμιση της διεξόδου από την επίγεια ματαιότητα.
Η φιλοσοφική αυτή σκοπιά επηρεάζει και σηματοδοτεί την παρουσία μας σε τούτη την πραγματικότητα. Η πίστη, η έντασή της δεν μπορεί και δεν αλλοιώνει τελικά τη σήμανση αυτών των γεγονότων, όπως περιγράφονται στη σχετική υμνολογία και τις ιστορικές μαρτυρίες.
Η καταννόηση της απώλειας, η ακόμα βαθύτερη εκτίμηση της παροδικότητας με την οποία συνδέεται η ανθρώπινη ύπαρξη, η προοπτική της ελπίδας και η επιβεβαίωσή της μες στο χριστιανικό κήρυγμα αποτελούν τις κομβικές αρχές της πασχαλινής εορτής.
Παρά το γεγονός πως η γιορτή συνδέεται στενά με τα εβραϊκά έθιμα, εντούτοις το ανατολικό, ορθόδοξο δόγμα ενέταξε στους κόλπους του τον εορτασμό του, επικεντρωμένο πάντα στο θεϊκό δράμα, αλλά και την ανθρώπινη λύτρωση. Η τραχύτητα του θανάτου, η μονιμότητα της απουσίας από τα εγκόσμια δεν μπορούν παρά να κλονίσουν καθολικά την ύπαρξη. Σε τούτο, όμως το σημείο, έρχεται το αναστάσιμο μήνυμα, με την ανεπανάληπτη κατάφασή του, για να διαψεύσει τη συγκλονιστική συνειδητοποίηση του μέλλοντος.
Το κεντρικό αυτό απόσταγμα, διατρέχει το νου, εισάγεται ως βεβαιότητα στην ψυχή για να ανακουφίσει τελικά την ψυχή του συντετριμμένου, ανθρώπινου πλάσματος. Τέτοια είναι η ζεστασιά και η ανακούφιση, ώστε ακόμα και για τους πλέον δύσπιστους τούτη η περίοδος στέκει ως μια αφετηρία, ως ένα ακλόνητο κίνητρο για να τεθεί εις εαυτόν το ζήτημα της ζωής, ως αιτία και σκοπός.
Τα διαχρονικά ερωτήματα ωχριούν, η φιλοσοφία της ελπίδας, άλλοτε θηριωδία, στις συνεχείς απογοητεύσεις και τις ανεπανάληπτες, προσωπικές μας «ήττες», στέκει πανίσχυρη, ρεαλιστική, απρόσιτη, όμως την ίδια ώρα παρούσα εμπρός στα μάτια μας. Για την ανυπέρβλητη, και μόνο, αυτή πνευματική, πρώτιστα προσφορά του χριστιανισμού στην ύπαρξη, το Πάσχα δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στη συνείδησή μας ως μία και αποκλειστική υπενθύμιση της διεξόδου από την επίγεια ματαιότητα.
Η φιλοσοφική αυτή σκοπιά επηρεάζει και σηματοδοτεί την παρουσία μας σε τούτη την πραγματικότητα. Η πίστη, η έντασή της δεν μπορεί και δεν αλλοιώνει τελικά τη σήμανση αυτών των γεγονότων, όπως περιγράφονται στη σχετική υμνολογία και τις ιστορικές μαρτυρίες.
Καθώς συμβαίνει με τις ανθρώπινες καταστάσεις, έτσι και για την εορτή του Πάσχα θεσπίζονται εκείνα τα έθιμα και αναδεικνύονται όλα τα εξειδικευμένα δρώμενα,τα οποία μπορούν να σταθούν ικανά να συντηρήσουν τη θρησκευτική διδασκαλία και την αναγωγή της στα «ανθρώπινα.»
Στην ελληνική επικράτεια, μπορούμε να πούμε πως η ποικιλία των εθιμοτυπικών γεγονότων, η λαϊκή συμμετοχή στη διεξαγωγή και η ομόφωνη αποδοχή τους από μια ευρύτατη, μη θρησκόληπτη μερίδα του πληθυσμού βεβαιώνει την ξεχωριστή σημασία, η οποία περιβάλλει την επέτειο του χριστιανικού Πάσχα.Δίχως το έρεισμα να είναι εθνικό, όπως αντίστοιχα συμβαίνει με το ισραηλήτικο στοιχείο και τη μνήμη της εξόδου από τη δουλεία των Αιγυπτίων και τη διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης και της νέας πατρίδας, η ελληνικότητα, η οποία εμποτίζει τον εορτασμό του Πάσχα συνδέεται αυστηρά με την ύπαρξη και την γηγενή κουλτούρα του θανάτου.
Ο άνθρωπος ετούτου του τόπου διατηρεί έναν βαθύ σεβασμό απέναντι στο θάνατο, όπως προβάλλεται και προκύπτει από τα γεγονότα του Πάσχα. Το ελληνικό στοιχείο αποδέχεται από τη μια μεριά, δίχως αμφισβήτηση την τραχύτητα του θανάτου, ενώ παράλληλα δένεται με όλη την ψυχική ένταση στο αναστάσιμο ενδεχόμενο, ως μια προέκταση της επίγειας ζωής. Η σημασία των επίκαιρων εθίμων αυτό ακριβώς το στοιχείο έρχεται να τονίσει. Με άλλα λόγια η κατάνυξη των ημερών, δίχως να χάνει τη θρησκευτική αφετηρία της, αποκτά και εντοπίζεται σε μία κοσμικότερη έκφανση των γεγονότων. Η ελληνική παράδοση, με τη βαθιά θρησκευτικότητα και την πίστη, η οποία αποδεικνύεται και κοινωνικά, ως ο άρρηκτος δεσμός της λαϊκής βάσης και του κλήρου, επιλέγει σιωπηρά την ανθρώπινη υπόσταση του Χριστού και σε εκείνη ανακαλύπτει το μεγαλείο της θυσίας.
Η ελληνική περιφέρεια πρωτοστατεί στη διάδοση και τη διάσωση, ταυτόχρονα των εθιμικών παραδόσεων. Σε όλη την έκταση της χώρας μπορεί κανείς να απαντήσει ένα πληθωρικό πεδίο συμβολικών γεγονότων, τα οποία συνδέονται με την ανθρωποκεντρική θεώρηση του Πάσχα.
Ο καιόμενος Ιούδας, τα ζακυνθινά «αντέτια», οι τιμές των έφιππων νέων προς τον Άγιο Γεώργιο, ο «Νιπτήρας» της «αποκαλυπτικής» Πάτμου και η, υπό ηρωικό εξάμετρο εκφώνηση του Ευαγγελίου, οι χοροί στην Πελοπόννησο, με τις σαφείς αναφορές προς την επανάσταση του 1821, καθώς και πλήθος άλλων δρώμενων καθιστά τον εορτασμό του Πάσχα, ως μία εκ των παραγωγικότερων πηγών ελληνικής λαογραφίας. Το ζήτημα δεν αναιρεί φυσικά την κατανόηση εκ μέρους των βαθιά θρησκευόμενων Ελλήνων του λεγόμενου «θείου δράματος.»
Η παράλληλη, όμως αγάπη για τη ζωή, όπως διαφαίνεται και πάλι στη σωσμένη, αρχαιοελληνική παράδοση, αλλά και η συμφιλίωση με το θάνατο, ως αποτέλεσμα της πνευματικής καλλιέργειας, με την οποία προικίστηκε το ελληνικό στοιχείο κατά την περίοδο της ελληνικής ακμής του 4ου αιώνα π.Χ. διαμορφώνουν μια ειδική, μία μοναδική στάση, εμπλουτισμένη με τη λιτότητα, την ταπεινοφροσύνη και το σεβασμό απέναντι σε εκείνο που δεν μπορεί να μετρηθεί και να οριστεί. Μεταξύ της αμφιβολίας για την ιστορική ακρίβεια των μνημονευόμενων γεγονότων και την κατάφαση προς την αγάπη και την επίγεια ζωή, η ελληνική παράδοση επιλέγει με πείσμα τη δεύτερη.
Ο καθένας βιώνει το Πάσχα με μια ιδιαίτερη στάση. Το μήνυμά του ερμηνεύεται με πολλαπλούς και διαφορετικούς τρόπους, ανάλογους με το βαθμό της επίγειας τραγικότητας, την οποία βιώνει καθένας, πάντα μονάχος και πάντα βαθιά προσωπικά. Σε συλλογικό όμως επίπεδο, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός πως το Πάσχα μπορεί να εκληφθεί ως μία εορτή της ζωής, με τα ενδεχόμενα, τους φόβους αλλά και την επάρκεια των μυθικών απολαύσεών της.
Σε τούτη την εκδοχή απαντά το ελληνικό Πάσχα με την πλούσια, εθιμική του παράδοση. Μία κατάφαση ζωής συνιστά το ελληνικό Πάσχα, μία εαρινή γιορτή αποτελεί, μοναδική συγκυρία και σύμπτωση εποχών και ιδεών. Των πιο ανθρώπινων και υψηλών.
Στην ελληνική επικράτεια, μπορούμε να πούμε πως η ποικιλία των εθιμοτυπικών γεγονότων, η λαϊκή συμμετοχή στη διεξαγωγή και η ομόφωνη αποδοχή τους από μια ευρύτατη, μη θρησκόληπτη μερίδα του πληθυσμού βεβαιώνει την ξεχωριστή σημασία, η οποία περιβάλλει την επέτειο του χριστιανικού Πάσχα.Δίχως το έρεισμα να είναι εθνικό, όπως αντίστοιχα συμβαίνει με το ισραηλήτικο στοιχείο και τη μνήμη της εξόδου από τη δουλεία των Αιγυπτίων και τη διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης και της νέας πατρίδας, η ελληνικότητα, η οποία εμποτίζει τον εορτασμό του Πάσχα συνδέεται αυστηρά με την ύπαρξη και την γηγενή κουλτούρα του θανάτου.
Ο άνθρωπος ετούτου του τόπου διατηρεί έναν βαθύ σεβασμό απέναντι στο θάνατο, όπως προβάλλεται και προκύπτει από τα γεγονότα του Πάσχα. Το ελληνικό στοιχείο αποδέχεται από τη μια μεριά, δίχως αμφισβήτηση την τραχύτητα του θανάτου, ενώ παράλληλα δένεται με όλη την ψυχική ένταση στο αναστάσιμο ενδεχόμενο, ως μια προέκταση της επίγειας ζωής. Η σημασία των επίκαιρων εθίμων αυτό ακριβώς το στοιχείο έρχεται να τονίσει. Με άλλα λόγια η κατάνυξη των ημερών, δίχως να χάνει τη θρησκευτική αφετηρία της, αποκτά και εντοπίζεται σε μία κοσμικότερη έκφανση των γεγονότων. Η ελληνική παράδοση, με τη βαθιά θρησκευτικότητα και την πίστη, η οποία αποδεικνύεται και κοινωνικά, ως ο άρρηκτος δεσμός της λαϊκής βάσης και του κλήρου, επιλέγει σιωπηρά την ανθρώπινη υπόσταση του Χριστού και σε εκείνη ανακαλύπτει το μεγαλείο της θυσίας.
Η ελληνική περιφέρεια πρωτοστατεί στη διάδοση και τη διάσωση, ταυτόχρονα των εθιμικών παραδόσεων. Σε όλη την έκταση της χώρας μπορεί κανείς να απαντήσει ένα πληθωρικό πεδίο συμβολικών γεγονότων, τα οποία συνδέονται με την ανθρωποκεντρική θεώρηση του Πάσχα.
Ο καιόμενος Ιούδας, τα ζακυνθινά «αντέτια», οι τιμές των έφιππων νέων προς τον Άγιο Γεώργιο, ο «Νιπτήρας» της «αποκαλυπτικής» Πάτμου και η, υπό ηρωικό εξάμετρο εκφώνηση του Ευαγγελίου, οι χοροί στην Πελοπόννησο, με τις σαφείς αναφορές προς την επανάσταση του 1821, καθώς και πλήθος άλλων δρώμενων καθιστά τον εορτασμό του Πάσχα, ως μία εκ των παραγωγικότερων πηγών ελληνικής λαογραφίας. Το ζήτημα δεν αναιρεί φυσικά την κατανόηση εκ μέρους των βαθιά θρησκευόμενων Ελλήνων του λεγόμενου «θείου δράματος.»
Η παράλληλη, όμως αγάπη για τη ζωή, όπως διαφαίνεται και πάλι στη σωσμένη, αρχαιοελληνική παράδοση, αλλά και η συμφιλίωση με το θάνατο, ως αποτέλεσμα της πνευματικής καλλιέργειας, με την οποία προικίστηκε το ελληνικό στοιχείο κατά την περίοδο της ελληνικής ακμής του 4ου αιώνα π.Χ. διαμορφώνουν μια ειδική, μία μοναδική στάση, εμπλουτισμένη με τη λιτότητα, την ταπεινοφροσύνη και το σεβασμό απέναντι σε εκείνο που δεν μπορεί να μετρηθεί και να οριστεί. Μεταξύ της αμφιβολίας για την ιστορική ακρίβεια των μνημονευόμενων γεγονότων και την κατάφαση προς την αγάπη και την επίγεια ζωή, η ελληνική παράδοση επιλέγει με πείσμα τη δεύτερη.
Ο καθένας βιώνει το Πάσχα με μια ιδιαίτερη στάση. Το μήνυμά του ερμηνεύεται με πολλαπλούς και διαφορετικούς τρόπους, ανάλογους με το βαθμό της επίγειας τραγικότητας, την οποία βιώνει καθένας, πάντα μονάχος και πάντα βαθιά προσωπικά. Σε συλλογικό όμως επίπεδο, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός πως το Πάσχα μπορεί να εκληφθεί ως μία εορτή της ζωής, με τα ενδεχόμενα, τους φόβους αλλά και την επάρκεια των μυθικών απολαύσεών της.
Σε τούτη την εκδοχή απαντά το ελληνικό Πάσχα με την πλούσια, εθιμική του παράδοση. Μία κατάφαση ζωής συνιστά το ελληνικό Πάσχα, μία εαρινή γιορτή αποτελεί, μοναδική συγκυρία και σύμπτωση εποχών και ιδεών. Των πιο ανθρώπινων και υψηλών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου