Ολα τα κόμματα καταδίκασαν την άγρια δολοφονία των δύο αστυνομικών. Τα ΜΜΕ θρηνούν. Η κοινωνία συγκινήθηκε από το δράμα. Ομως, ακόμη αντηχεί στα αυτιά μας το γνωστό σύνθημα των διαδηλώσεων: «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Η προφανής αντίφαση δεν οφείλεται στο ότι η κοινωνία είναι διασπασμένη, αλλά στο ότι είναι διασπασμένη η κοινωνική συνείδηση.
Είναι λογικό οι Ελληνες πολίτες να απαιτούν συνθήκες ασφάλειας στην καθημερινή τους ζωή. Το δικαίωμα στην ασφάλεια περιλαμβάνεται στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και η διεκδίκησή του νομιμοποιείται απολύτως. Ομως η ασφάλεια στην καθημερινή ζωή έχει ως αναγκαστική προϋπόθεση τη δυνατότητα άσκησης της «νόμιμης βίας». Η «νόμιμη βία» είναι η ελάχιστη, αναγκαία, αποτρεπτική και αμυντική βία της κοινωνίας η οποία όμως δεν πρέπει να ασκείται απευθείας από την ίδια. Οι πολίτες δεν έχουν το δικαίωμα να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους. Οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν αναθέσει το μονοπώλιο άσκησης της «νόμιμης βίας» στο δημοκρατικό κράτος δικαίου. Το κράτος ασκεί τη «νόμιμη βία» συν τοις άλλοις και μέσω της Αστυνομίας.
Το ερώτημα τίθεται ακριβώς εδώ: μπορεί ένας Ελληνας πολίτης που διεκδικεί το δικαίωμα στην ασφάλεια να αποδεχθεί παραλλήλως τη νόμιμη αστυνόμευση ως προϋπόθεση ασφαλείας, χωρίς να έρθει σε σύγκρουση με τις κατεστημένες (εξ αριστερών εκπορευόμενες) αντιλήψεις για το ρόλο του «αστικού κράτους» και των οργάνων του; Η απάντηση δηλώνει αντιφάσεις.
Ο Ελληνας πολίτης θέλει ασφάλεια, αλλά εάν επίσης θέλει να λέγεται προοδευτικός πολίτης, οφείλει να κρύβει ότι αποδέχεται την αναγκαία προς τούτο αστυνόμευση ή ακόμη και να δηλώνει ότι την καταδικάζει. Ετσι ακόμα και σε κατάφορες παραβιάσεις του νόμου εκ μέρους των λεγόμενων «αντιεξουσιαστών», των λεγόμενων «φιλάθλων» αλλά και των λεγόμενων «αγωνιστών» των πάσης φύσεως συντεχνιών, οι αντιδράσεις από τα ΜΜΕ, τον πολιτικό κόσμο και την κοινή γνώμη συχνά χαρακτηρίζονται από αντιφατικότητα, αμηχανία και υποκρισία.
Η Αστυνομία όταν δεν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως ανίκανη και όταν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως αυταρχική. Βεβαίως, προβλήματα αναποτελεσματικότητας και αυταρχισμού υπάρχουν στην Ελληνική Αστυνομία και πρέπει ανυπερθέτως να αντιμετωπιστούν. Ομως παρά ταύτα, η Ελληνική Αστυνομία παραμένει μία αστυνομία δημοκρατικού κράτους.
Είναι λογικό οι Ελληνες πολίτες να απαιτούν συνθήκες ασφάλειας στην καθημερινή τους ζωή. Το δικαίωμα στην ασφάλεια περιλαμβάνεται στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και η διεκδίκησή του νομιμοποιείται απολύτως. Ομως η ασφάλεια στην καθημερινή ζωή έχει ως αναγκαστική προϋπόθεση τη δυνατότητα άσκησης της «νόμιμης βίας». Η «νόμιμη βία» είναι η ελάχιστη, αναγκαία, αποτρεπτική και αμυντική βία της κοινωνίας η οποία όμως δεν πρέπει να ασκείται απευθείας από την ίδια. Οι πολίτες δεν έχουν το δικαίωμα να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους. Οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν αναθέσει το μονοπώλιο άσκησης της «νόμιμης βίας» στο δημοκρατικό κράτος δικαίου. Το κράτος ασκεί τη «νόμιμη βία» συν τοις άλλοις και μέσω της Αστυνομίας.
Το ερώτημα τίθεται ακριβώς εδώ: μπορεί ένας Ελληνας πολίτης που διεκδικεί το δικαίωμα στην ασφάλεια να αποδεχθεί παραλλήλως τη νόμιμη αστυνόμευση ως προϋπόθεση ασφαλείας, χωρίς να έρθει σε σύγκρουση με τις κατεστημένες (εξ αριστερών εκπορευόμενες) αντιλήψεις για το ρόλο του «αστικού κράτους» και των οργάνων του; Η απάντηση δηλώνει αντιφάσεις.
Ο Ελληνας πολίτης θέλει ασφάλεια, αλλά εάν επίσης θέλει να λέγεται προοδευτικός πολίτης, οφείλει να κρύβει ότι αποδέχεται την αναγκαία προς τούτο αστυνόμευση ή ακόμη και να δηλώνει ότι την καταδικάζει. Ετσι ακόμα και σε κατάφορες παραβιάσεις του νόμου εκ μέρους των λεγόμενων «αντιεξουσιαστών», των λεγόμενων «φιλάθλων» αλλά και των λεγόμενων «αγωνιστών» των πάσης φύσεως συντεχνιών, οι αντιδράσεις από τα ΜΜΕ, τον πολιτικό κόσμο και την κοινή γνώμη συχνά χαρακτηρίζονται από αντιφατικότητα, αμηχανία και υποκρισία.
Η Αστυνομία όταν δεν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως ανίκανη και όταν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως αυταρχική. Βεβαίως, προβλήματα αναποτελεσματικότητας και αυταρχισμού υπάρχουν στην Ελληνική Αστυνομία και πρέπει ανυπερθέτως να αντιμετωπιστούν. Ομως παρά ταύτα, η Ελληνική Αστυνομία παραμένει μία αστυνομία δημοκρατικού κράτους.
Οι αντιφάσεις δεν παράγονται κυρίως από υπαρκτές αδυναμίες της Αστυνομίας, αλλά από ιδεολογικούς και ιστορικούς λόγους. Στην προκειμένη περίπτωση, δυστυχώς, οι Ελληνες «προοδευτικοί» επιμένουν να κοιτάζουν στο παρελθόν, αποστρέφοντας τους οφθαλμούς από το παρόν και το μέλλον.
Πράγματι, η απλουστευτική προσέγγιση της ταξικότητας του κράτους και η υποτίμηση της «αστικής δημοκρατίας» αποτελούσαν παλαιότερα κύρια χαρακτηριστικά της αριστερής - προοδευτικής σκέψης. Πράγματι, ιστορικά η Αστυνομία χρησιμοποιήθηκε από το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος ως όργανο πολιτικής καταστολής.
Σήμερα, όμως, σε συνθήκες σταθερής Δημοκρατίας θέλει πολύ να καταλάβουμε ότι αυτά δεν ισχύουν πλέον και συνεπώς η γενική (και σε κάθε περίπτωση) αντιπαλότητα προς την Αστυνομία δεν περιλαμβάνεται στο καθηκοντολόγιο του καλού προοδευτικού πολίτη ;
Πράγματι, η απλουστευτική προσέγγιση της ταξικότητας του κράτους και η υποτίμηση της «αστικής δημοκρατίας» αποτελούσαν παλαιότερα κύρια χαρακτηριστικά της αριστερής - προοδευτικής σκέψης. Πράγματι, ιστορικά η Αστυνομία χρησιμοποιήθηκε από το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος ως όργανο πολιτικής καταστολής.
Σήμερα, όμως, σε συνθήκες σταθερής Δημοκρατίας θέλει πολύ να καταλάβουμε ότι αυτά δεν ισχύουν πλέον και συνεπώς η γενική (και σε κάθε περίπτωση) αντιπαλότητα προς την Αστυνομία δεν περιλαμβάνεται στο καθηκοντολόγιο του καλού προοδευτικού πολίτη ;
1 σχόλιο:
“Η Αστυνομία όταν δεν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως ανίκανη και όταν παρεμβαίνει καταγγέλλεται ως αυταρχική…”
Πρόκειται για σχιζοφρενική κατάσταση. Αποτελεί το «status quo» των απανταχού ηλιθίων που έχουν μπερδέψει την έννοια της λέξης «επανάσταση» με τη λέξη «μπουρδελομπάχαλο». Επανάσταση έκανε ο Κολοκοτρώνης, ο Γκάντι, ο Τσε και πολλοί άλλοι φωτεινοί άνθρωποι που έδωσαν τη ζωή τους για αξίες και ιδανικά. Όχι για μαλακίες. Για γήπεδα, ομάδες, συντεχνίες, κονδύλια και επιδοτήσεις για ανύπαρκτα στρέμματα.
Όλοι αυτοί που οραματίζονται πόλεις χωρίς αστυνόμευση, προφανώς και ανήκουν σε εγκληματικές ομάδες. Δεν θέλουν αστυνομία στα πόδια τους, γιατί τους εμποδίζει στις δουλειές τους. Και εδώ τίθεται ένα ερώτημα: αν υποθέσουμε ότι δημιουργούμε μια πόλη χωρίς καθόλου αστυνόμευση, χωρίς νόμους, χωρίς φυλακές και τιμωρία, μια πόλη όπου το έγκλημα δεν διώκεται, ο καθένας δρα ανεξέλεγκτα, ληστεύει, πουλάει ναρκωτικά, βιάζει, σκοτώνει… ποιος από όλα αυτά τα μαλακισμένα που κόπτονται για τις «ανθρώπινες ελευθερίες» θα πήγαινε να ζήσει εκεί;;; Έχουν ανακατέψει στην κεφάλα τους τα «ανθρώπινα δικαιώματα» με το «δε γαμ..ται». Κάψτε, σπάστε, διαλύστε κι ύστερα…; Ύστερα καταγγείλτε και την κυβέρνηση που «δεν πήρε μέτρα και επέτρεψε να εκτραχυνθεί η κατάσταση».
Αυτή αποτελεί τη μια πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά είναι η εγκληματική αυθαιρεσία που επιδεικνύουν κάποια άλλα βλαμμένα της «δημόσιας τάξης» που φορτωμένοι με κόμπλεξ υπερβαίνουν κάθε έννοια αστυνόμευσης και ευνομίας και καταλήγουν να …διασαλεύουν αυτοί τη δημόσια τάξη.
Η αλήθεια είναι, όπως πάντα, στη μέση. Τους νόμους και την τάξη την παραβιάζουν και αυτοί που φορούν κουκούλες και πετούν μολότωφ και αυτοί που φορούν κράνος και πετάνε χημικά…
Δημοσίευση σχολίου